Η αρχαιότερη και μεγαλύτερη κλειστή Θάλασσα της
υδρογείου που συνοδεύει από τους πανάρχαιους χρόνους την ίδια την
ανθρώπινη Ιστορία. Η Θάλασσα που κρύβει τους ωραιότερους θησαυρούς στον
βυθό της: Αρχαία ναυάγια, χαμένα αγάλματα, πανέμορφες σπηλιές,
κοραλλιογενείς υφάλους, ακόμη και ολόκληρες πόλεις της αρχαιότητας. Η
Μεσόγειος ευρίσκεται κυρίως ανάμεσα σε δύο ηπείρους: Την Ευρώπη και την
Αφρική. Αν συνυπολογισθεί βεβαίως και ο Εύξεινος Πόντος με την Αζοφική
θάλασσα, η Μεσόγειος βρέχει και μέρος της Ασίας. Δυτικώς ενώνεται με τον
Ατλαντικό Ωκεανό δια μέσου του Γιβραλτάρ, ανατολικώς με την Ερυθρά
θάλασσα μέσω της διώρυγας του Σουέζ. Είναι το σταυροδρόμι της Ιστορίας, των
Εθνών, των Πολιτισμών. Η Μεσόγειος καλύπτει έκταση 800.000 τετραγωνικών
χιλιομέτρων. Από το Γιβραλτάρ μέχρι την Συρία η απόσταση είναι 3.870
χιλιόμετρα (μέγιστο μήκος), ενώ το μέγιστο πλάτος είναι 1.800 χιλιόμετρα. Το
μέγιστο βάθος εντοπίζεται πλησίον του ακρωτηρίου Ταινάρου στην
Πελοπόννησο και είναι 5.270 μέτρα! Οι χώρες που βρέχονται από την Μεσόγειο
είναι η Ελλάδα και η Κύπρος, η Αλβανία, η Σλοβενία, η Κροατία, Μαυροβούνιο, η
Βοσνία και η Ερζεγοβίνη, η Ιταλία, η Γαλλία, το Μονακό, η Μάλτα, η Ισπανία, η
Αλγερία, το Μαρόκο, η Τυνησία, η Λιβύη, η Αίγυπτος, η Παλαιστίνη, το Ισραήλ, η
Συρία, ο Λίβανος και η Τουρκία.
Από την αρχαϊκή εποχή τα ελληνικά φύλα διέπλεαν τις θάλασσες τις Μεσογείου ιδρύοντας τις αποικίες τους.
ΤΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΟ ΥΠΟΣΤΡΩΜΑ ΤΗΣ ΜΕΣΟΓΕΙΟΥ – ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΑΠΟΙΚΙΕΣ
Είναι γνωστή η φράση στο έργο του Πλάτωνος ότι οι Έλληνες κατοικούν γύρω
από την θάλασσα που αυτή απλώνεται «από τον Φάση ποταμό μέχρι τις
Ηράκλειες στήλες, όπως τα μυρμήκια γύρω από μια λίμνη ή οι βάτραχοι γύρω από
την θάλασσα» («καὶ ἡμᾶς οἰκεῖν τοὺς μέχρι ῾Ηρακλείων στηλῶν ἀπὸ Φάσιδος
ἐν σμικρῶ τινι μορίω, ὥσπερ περὶ τέλμα μύρμηκας ἢ βατράχους περὶ τὴν
θάλατταν οἰκοῦντας» Φαίδων ή Περί Ψυχής, 109b.) Ήδη από στον 10 αιώνα π.Χ.
τα ελληνικά φύλα εξαπλώνονται προς την ανατολή, κατακτώντας δια των
αποικιών τους την Μεσόγειο. Συγκεκριμένα οι Αιολείς αποίκησαν τήν Λέσβο,
Τένεδο, την βορειοανατολική περιοχή της Μ. Ασίας ιδρύοντας δώδεκα πόλεις,
την Σμύρνη, την Τήμνο, την Αιγειρόεσσα, την Γρύνεια, την Λάρισα, το Νότιο, την
Μύρινα, την Κύμη, το Νέο Τείχος, την Κίλλα, τις Αιγές και την Πιτάνη. Το
ελληνικό αυτό σύμπλεγμα αποικιών έμεινε γνωστό ως Αιολίς. Οι Ίωνες
μετεκινήθησαν προς την Εύβοια, τις Κυκλάδες, τις νήσους Χίο και Σάμο και το
κεντρικό κομμάτι της Μ. Ασίας η οποία ονομάσθηκε Ιωνία. Οι δώδεκα ιδρυθείσες
ιωνικές πόλεις ενετάχθησαν σέ ένα είδος κοινοπολιτείας, τό «Κοινό των Ιώνων».
Οι πόλεις αυτές ήταν η Μίλητος, η Έφεσος, οι Κλαζομενές, η Φώκαια, η Πριήνη, η
Μυούς, η Κολοφών, η Λέβεδος, οι Ερυθρές, η Τέως, η Χίος και η Σάμος. Οι Δωριείς
κατηυθύνθησαν προς την Αίγινα, τίς Κυκλάδες, την Κρήτη, τα Δωδεκάνησα, την
Ρόδο και στο νότιο μέρος της Μ. Ασίας. Μεταξύ τών Δωδεκανήσων και της
νοτιοδυτικής Μ. Ασίας ιδρύεται η Δωρική εξάπολις, άλλο ένα είδος
κοινοπολιτείας μεταξύ των Ελλήνων Δωριέων. Η Δωρική εξάπολις αποτελείτο από την Λίνδο, Αλικαρνασσό, Κάμιρο, Κνίδο, Ιαλυσό καί Κώ. Ιερό των Δωριέων ήταν ο ναός του Τριοπίου Απόλλωνος.
Ακρόπολη Λίνδου, Ρόδος
Ο δε μεγάλος Β΄ ελληνικός αποικισμός στην Μεσόγειο (και τον Εύξεινο Πόντο)
διεξήχθη από το 750 π.Χ. έως το 550 π.Χ. και αποτελεί ένα από σημαντικότερα
φαινόμενα της Ιστορίας. Η ανάγκη για εξεύρεση ζωτικού χώρου και η αναζήτηση
της περιπέτειας ωθεί τους Έλληνες να αποικίσουν νέους τόπους.
Πρωταγωνιστές σέ αυτό το μεγαλεπήβολο εγχείρημα ήταν οι ιωνικές πόλεις
Χαλκίδα, Ερέτρια και οι δωρικές Μέγαρα και Κόρινθος. Δυτικώς η πρώτη
αποικία, συμφώνως με την παράδοση, ανήκει στους Ευβοείς καί αυτή ήταν οι
Πιθηκούσες στήν ιταλική χερσόνησο. Το 750 π.Χ. ιδρύουν την Κύμη. Έπειτα οι
Χαλκιδείς ιδρύουν το 720 π.Χ. το Ρήγιο και στις σικελικές ακτές την Νάξο τό 734
π.Χ., τήν Κατάνη το 728 π.Χ. τους Λεοντίνους και την Ζάγκλη (η μετωνομασθείσα
Μεσσήνη). Η τελευταία ιδρύει το 648 π.Χ. την Ιμέρα. Από την άλλη οι Ίωνες της
Μιλήτου σημειώνουν μίαν λαμπρά αποικιστική πορεία καταλαμβάνοντας τον
Εύξεινο Πόντο. Οι Μιλήσιοι εγκατεστάθησαν πρώτα στήν Σινώπη καί έπειτα
ίδρυσαν πλήθος αποικιών όπως τήν Ολβία τό 600 π.Χ., την Τύρα, το Μυρμήγκιο,
το Παντικάπαιο, την Θεοδοσία και την Διοσκουριάδα. Οἱ δωρικές πόλεις μέ τή
σειρά τους και συγκεκριμένα τα Μέγαρα ιδρύουν στην Σικελία τα Μέγαρα
Υβλαία το 727 π.Χ., ενώ στο βορειοανατολικό τμήμα της Μ. Ασίας το 675 π.Χ.
την Χαλκηδόνα, την Ηράκλεια Ποντική, την Μεσημβρία, την Σηλυμβρία και το
Βυζάντιο γύρω στο 660 π.Χ. Τα Μέγαρα Υβλαία ιδρύουν το 650 π.Χ. τον
Σελινούντα. Πελοποννήσιοι ιδρύουν την Σύβαρη το 720 π.Χ., η οποία ίδρυσε την
Ποσειδωνία, τον Κρότωνα το 710 π.Χ. και το Μεταπόντιο το 708 π.Χ. Η Κόρινθος
ιδρύει τίς Συρακούσες το 734 π.Χ., ενώ οι Συρακούσες στην συνέχεια ιδρύουν τίς
Άκρες το 664 π.Χ., τις Κασμένες το 644 π.Χ. και την Καμάρινα το 599 π.Χ. Η
Σπάρτη ιδρύει το 707 π.Χ. τον Τάραντα και οι Ρόδιοι με τους Κρήτες ιδρύουν το
688 π.Χ. την δωρική Γέλα, η οποία με την σειρά της ιδρύει το 582 π.Χ. τον
Ακράγαντα. Στις αφρικανικές ακτές η δωρική Θήρα ιδρύει την ξακουστή αποικία
της Κυρήνης περίπου το 630 π.Χ. Στήν ευρυτέρα αυτή περιοχή της Κυρηναϊκής
Έλληνες άποικοι ίδρυσαν επίσης το 625 π.Χ. την Ταύχειρα, τήν Απολλωνία, τίς
Ευεσπερίδες και την Βάρκη. Το δίκτυο αυτό των ελληνικών αποικιών ήταν
γνωστό ως «Πεντάπολις» («Κυρηναϊκή» περιοχή). Οι Λοκροί της κυρίως Ελλάδος
ιδρύουν το 683 π.Χ. τους Επιζεφύριους Λοκρούς. Ο αποικισμός της Κάτω Ιταλίας
και Σικελίας συνετελέσθη μέσα σε μισό αιώνα περίπου, από το 750 έως το 683
π.Χ. περίπου και είχε ως αποτέλεσμα την δημιουργία του εθνικού αποικιστικού
πλέγματος το οποίο έμεινε γνωστό ως «Μεγάλη Ελλάς» (Magna Graecia). Οι
Φωκαείς (οι Ίωνες δηλαδή της μικρασιατικής Φώκαιας) ιδρύουν το 600 π.Χ. την
Μασσαλία και έπειτα αναπτύσσουν ένα πολυάριθμο δίκτυο αποικιών στήν
ευρυτέρα. Ιδρύουν την Μόνοικο (το σημερινό Monaco), την Ελίκη (σημερινό
Elche) το 566 π.Χ. την Αλαλία στην Κορσική και την Ολβία στήν Σαρδηνία. Στις
ακτές της ιβηρικής χερσονήσου προχωρούν στην ίδρυση των Εμποριών, του
Ημεροσκοπείου, της Μαϊνάκης το 600 π.Χ. και της Καλλιπόλεως (Οι Καρχηδόνιοι
την κατέλαβαν την μετωνόμασαν σε Βάρκινο (είναι η σημερινή Βαρκελώνη). Η
δε Ταρράκων (σημ. Tarragona) ιδρύθηκε από Κρήτες πολεμιστές ενώ στην
Έβυσσο (σημ. Ibiza) καί στην Οφιούσσα (σημ. Formentera) είχαν εγκατασταθεί
από νωρίς Έλληνες. Τίς δε νήσους Μείζονα (σημ. Majorca) καί Ελάσσονα (σημ.
Minorca) Έλληνες τίς είχαν οχυρώσει έναντι των φοινίκων. Στά μέσα δέ του 6 ου
αιώνος π.Χ. ιδρύουν τήν Ελέα στην Κ. Ιταλία. Η δυτικότερη αποικία των
Φωκαέων ήταν η Τιγγενίς στήν Β. Αφρική. Στους κλασσικούς χρόνους δε η
αποικιστική δραστηριότητα των Ελλήνων της Μασσαλίας γνωρίζει νέα άνθηση.
Ιδρύονται κατά μήκος της ευρωπαϊκής ακτογραμμής πλήθος αποικιών όπως η
Αντίπολις, η Νίκαια (σημερινή Nice), η Θηλίνη (μετ. Αρελάτη) η Αγάθη Τύχη, η
Αθηνόπολις, η Ροδανουσία κ.α., ενώ στην Ιβηρική χερσόνησο αργότερα, το 325
π.Χ., οι Φωκαείς ιδρύουν την Λευκή Άκρα (σημ. Alicante) ενώ ήδη Νάξιοι ίδρυσαν
το 358 π.Χ. το Ταυρομένιο.
Από νωρίς λοιπόν η έννοια του Έλληνα ταυτίστηκε με την θάλασσα. Ας
μην λησμονείται η φράση του Οδυσσέως Ελύτη: «Αν αποσυνδέσεις την Ελλάδα,
στο τέλος θα σου απομείνει μια ελιά, ένα αμπέλι και ένα καράβι. Που σημαίνει με
άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις». Ωστόσο και άλλοι πολιτισμοί διέπρεπαν στα νερά
της Μεσογείου, όπως οι Τυρρηνοί και οι Καρχηδόνιοι. Οι Ρωμαίοι ωστόσο αν και
αγρότες αρχικώς κατάφεραν να επικρατήσουν σε όλη την Μεσόγειο.
Ταυρομένιον, Σικελία (η σημερινή πόλη Taormina)
Η ΟΝΟΜΑΣΙΑ
Πρώτοι οι Έλληνες αναπτύχθηκαν, ως ελέχθη, κατά μήκος και πλάτος της
Μεσογείου, οπότε και έπρεπε κάπως να την προσδιορίσουν. Ωστόσο δεν της
απεδόθη κάποιο συγκεκριμένο ενιαίο όνομα, αν και η ύπαρξή της ήταν
ιδιαιτέρως καθοριστική και συνυφασμένη με τις αποικιστικές, πολεμικές και
εμπορικές τους δράσεις. Ο «πατήρ της Ιστορίας» Ηρόδοτος προβαίνει στην
προσφώνηση επιμέρους θαλασσών της Μεσογείου με διάφορες ονομασίες και
όχι της ίδιας της Μεσογείου. («τόν τε Ἀδρίην καὶ τὴν Τυρσηνίην καὶ τὴν Ἰβηρίην
καὶ τὸν Ταρτησσὸν», Κλειώ 163). Η Μεσόγειος ήταν άλλωστε αυτή η θάλασσα
όπου οι Έλληνες είχαν γεμίσει με αποικίες. Ήταν μια αμιγώς ελληνική «λίμνη».
Αργότερα ο γεωγράφος Στράβων την αποκαλεί «ἡ ἐντὸς καὶ καθ' ἡμᾶς θάλαττα λεγομένη». Ο ιστορικός Διόδωρος Σικελιώτης την ονομάζει «ἡ εντός θάλασσα» και ο Πολύβιος απλώς «θάλασσα», αντιπαραβάλλοντάς την προς τον ωκεανό.
Μια ρομαντική απεικόνιση μεσογειακού τοπίου. Η Θάλασσα της Ιστορίας, της Αρμονίας και του Κάλλους.
Την «καθ' ἡμᾶς θάλατταν» του Στράβωνος μετέφρασαν οι Ρωμαίοι ως
«Μare nostrum» (=Θάλασσα ἡμέτερη). Βεβαίως οι Ρωμαίοι ήταν αρκετά
ευρηματικοί καθώς προσέδωσαν και άλλα προσωνύμια στην Μεσόγειο όπως
(«Μare internum» / «Μare intestinum» (=Θάλασσα εσωτερική) και «Μare
magnum» (=Θάλασσα μεγάλη). Ο όρος ωστόσο «Μεσόγειος θάλασσα» (για
την ακρίβεια «Mare Mediterraneum») είναι λατινική εφεύρεση και συγκεκριμένα
ανήκει στον Ρωμαίο γεωγράφο (και συγγραφέα ενός εγχειριδίου Γεωγραφίας
το οποίο τιτλοφορούταν ως Collectanea rerum memorabilium) Calum lulium
Solinum του 3ου αιώνα μ.Χ. Ο Solinus, λοιπόν, θεωρείται ο ανάδοχος καθώς
πρώτος ονομάζει την Μεσόγειο «Μεσόγειο θάλασσα» δια του λατινικού «Mare
Mediterraneum» (όρος εξαιρετικώς εύστοχος, αφού βάσει του χάρτη του
Αναξιμάνδρου πράγματι η Μεσόγειος ήταν στην μέση της Γης). Η δε αρχαία
ελληνική αποικία των Μεγαρέων, το Βυζάντιο, μετεξελίχθη σε κεντρικό ιστορικό
οδόσημο ως «Κωνσταντινούπολις». Η ελληνίζουσα, λοιπόν, Ανατολική Ρωμαϊκή
Αυτοκρατορία με έδρα την Κωνσταντινούπολη, επικράτησε στην ανατολική
πλευρά της Μεσογείου. Ειδικά μετά την κατάρρευση του κράτους των
Βανδάλων στην Αφρική και των Οστρογότθων στην Ιταλία, από τον Iustinianum
και μετά οι εκρωμαϊσμένοι ελληνίζοντες χριστιανοί (βυζαντινοί) θεωρούσαν την
Μεσόγειο, όπως και οι αρχικοί Ρωμαίοι, «mare nostrum». Όσο, λοιπόν, και αν
φαίνεται παράδοξο, ο όρος «Μεσόγειος» δεν είναι ελληνικός. Στα ελληνικά τον
μετέφερε ο επίσκοπος Αθηνών και γεωγράφος Μελέτιος Β΄ (Γεωγραφία Παλαιά
και Νέα, Α 80 – 1707).
Η Μεσόγειος, λοιπόν, είναι η υπενθύμιση της αξεπέραστης επιρροής του
ελληνικο-ρωμαικού πολιτισμού, ο ορισμός του μέτρου και της ισορροπίας. Θα
πει ο αλγερινής καταγωγής συγγραφέας Αλμπέρ Καμύ: «η Μεσόγειος έχει κάτι,
ένα συστατικό στοιχείο, που της επιτρέπει να ισορροπή τα πάντα και να μας δίνη
πάντα ένα μάθημα μέτρου. Δέχεται την τρομακτική πίεση του συγχρόνου κόσμου,
ανοίγεται στην εισβολή των ξένων ιδεολογιών και ύστερα τους δίνει κάποια
ισορροπία».
Παραλία Μπάλος, Κρήτη. Ένα δείγμα του ακαταβλήτου φυσικού κάλλους της Μεσογείου