Πολυβραβευμένη κινηματογραφική ταινία του Χιου Χάτσον, βρετανικής παραγωγής 1981. Θεωρείται μία από τις κορυφαίες ταινίες με αθλητικό περιεχόμενο.
Είναι βασισμένη στην αληθινή ιστορία δύο βρετανών ερασιτεχνών δρομέων, που έχουν βάλει στόχο να κερδίσουν το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1924. Πρόκειται για τον εβραϊκής καταγωγής άγγλο Χάρολντ Έιμπραμς (1899-1978), που βιώνει τον κρυφό ρατσισμό των συμπατριωτών του και επιθυμεί τη συμμετοχή του στους Αγώνες, προκειμένου να πάρει το αίμα του πίσω, και τον σκωτσέζο θεολόγο Έρικ Λίντελ (1902-1945), που είναι από τη φύση του γρήγορος και θέλει να τιμήσει το Θεό για το χάρισμα που του δώρισε. Τελικά και οι δύο αθλητές θα πετύχουν τον στόχο τους: ο μεν Έιμπραμς θα κερδίσει τα 100 μ., ο δε Λίντελ τα 400 μ.
Η ιδέα για την ταινία ανήκε στον άγγλο παραγωγό Ντέιβιντ Πάτναμ, ο οποίος διάβασε ένα βιβλίο με την ιστορία του Έρικ Λίντελ το 1977. Ο σεναριογράφος Κόλιν Γουέλαντ ανέλαβε να γράψει το σενάριο μετά από εκτεταμένη έρευνα, που κράτησε σχεδόν δύο χρόνια, έχοντας την ατυχία να μην προλάβει στη ζωή τον Έιμπραμς, που πέθανε τον Ιανουάριο του 1978. Ο Πάτναμ ανέθεσε τη σκηνοθεσία της ταινίας στον πολυβραβευμένο σκηνοθέτη διαφημιστικών ταινιών και ντοκιμαντέρ Χιου Χάτσον, ο οποίος δεν είχε ξαναγυρίσει ταινία μυθοπλασίας.
Ο Χάτσον και ο Πάτναμ για τους δύο βασικούς ρόλους της ταινίας ήθελαν νέους και άφθαρτους ηθοποιούς και τους βρήκαν στα πρόσωπα των Μπεν Κρος (Χάρολντ Έιμπραμς) και Ίαν Τσάρλσον (Έρικ Λίντελ), δύο κατεξοχήν θεατρικών ηθοποιών. Για τους δευτερεύοντες ρόλους επιστρατεύτηκαν γνωστοί ηθοποιοί, όπως οι Ίαν Χολμ, Μπραντ Ντέιβις, Τζον Γκίλγκουντ και ο σκηνοθέτης Λίντσεϊ Άντερσον.
Σημαντικό ρόλο στην ταινία παίζει η μουσική, που έγραψε ο Βαγγέλης Παπαθανασίου. Παρόλο που η ταινία αναφέρεται στη δεκαετία του ‘20, ο Vangelis χρησιμοποίησε ηλεκτρονικούς ήχους της δεκαετίας του ‘80, με ευρεία χρήση συνθετητών (συνθεσάιζερ) και πιάνου. Ήταν ένα τόλμημα που απέδωσε, γιατί στις ταινίες εποχής συνηθιζόταν να γράφεται συμφωνική μουσική. Ιδιαίτερα η μουσική των τίτλων έναρξης θεωρείται από τις κορυφαίες και δημοφιλέστερες στιγμές στην ιστορία της κινηματογραφικής μουσικής και έχει χρησιμοποιηθεί κατά κόρον σε ταινίες και τηλεοπτικά σόου. Ο βολιώτης συνθέτης ήταν γνωστός και με τους δύο συντελεστές της ταινίας. Με τον Χάτσον είχε συνεργασθεί σε διαφημιστικά και ντοκιμαντέρ, ενώ ο Πάτναμ είχε χρησιμοποιήσει κομμάτια του στην ταινία του Άλαν Πάρκερ Το Εξπρές του Μεσονυχτίου, στην οποία ήταν παραγωγός.
Η πρεμιέρα της ταινίας δόθηκε στις 30 Μαρτίου 1981 στο Λονδίνο με ιδιαίτερη λαμπρότητα και με την παρουσία των μελών της βασιλικής οικογένειας. Η επιτυχία σημείωσε αμέσως εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία και τα πρώτα βραβεία ήλθαν δύο μήνες αργότερα, στο Φεστιβάλ των Κανών. Στις 27 Μαΐου 1981 η ταινία κέρδισε το βραβείο δεύτερου ανδρικού ρόλου (Ίαν Χολμ) και το Οικουμενικό Βραβείο της κριτικής επιτροπής, ενώ ήταν υποψήφια για τον Χρυσό Φοίνικα. Την ίδια χρονιά ανακηρύχθηκε καλύτερη βρετανική ταινία, κατά τη διάρκεια της απονομής των κινηματογραφικών βραβείων BAFTA στο Λονδίνο. Τον επόμενο χρόνο ήταν υποψήφια για επτά Βραβεία Όσκαρ. Στην τελετή της 29ης Μαρτίου 1982 κέρδισε τέσσερα: καλύτερης ταινίας (Ντέιβιντ Πάτναμ), πρωτότυπης μουσικής (Βαγγέλης Παπαθανασίου), πρωτότυπου σεναρίου (Κόλιν Γουέλαντ) και κοστουμιών (Μιλένα Κανονέρο).