Σημαντικός έλληνας πεζογράφος, θεατρικός συγγραφέας και δοκιμιογράφος. Εντάσσεται στη λεγόμενη «γενιά του ‘30», που έφερε τον αέρα της ανανέωσης στα ελληνικά γράμματα.
Γεννήθηκε στο Ναύπλιο στις 16 Φεβρουαρίου 1907 και ήταν γιος του δημάρχου της πόλης Δημητρίου Τερζάκη. Το 1915 μετακόμισε με την υπόλοιπη οικογένειά του στην Αθήνα, όταν ο πατέρας του εξελέγη βουλευτής με το κόμμα των Φιλελευθέρων.
Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αναγορεύθηκε διδάκτορας σε πολύ νεαρή ηλικία και ακολούθησε καριέρα δικηγόρου, παράλληλα με την ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία. Το 1931, με δύο συλλογές διηγημάτων στο ενεργητικό του και έχοντας στα σκαριά το πρώτο του μυθιστόρημα («Δεσμώτες», 1932), αποφάσισε να εγκαταλείψει τη δικηγορία και να ασχοληθεί αποκλειστικά με τη λογοτεχνία.
Το 1936 παντρεύεται τη Λουίζα Βογάσαρη και δύο χρόνια αργότερα έρχεται στη ζωή ο μοναχογιός του Δημήτρης, ο μετέπειτα γνωστός συνθέτης λόγιας μουσικής. Το 1937 καταξιώνεται με το μυθιστόρημά «Η Μενεξεδένια Πολιτεία», που καταγράφει τις καθοριστικές εξελίξεις της μεσοπολεμικής Αθήνας και της κοινωνίας της «κατά την κρίσιμον φάσιν της μεταβολής της σε μεγαλούπολιν», όπως έγραφε σε μια παρουσίαση του βιβλίου στην Ακαδημία Αθηνών.
Τα περισσότερα πεζογραφήματα του Τερζάκη κινούνται σε αυτό το πλαίσιο. Είναι αστικά μυθιστορήματα, που απεικονίζουν την κοινωνία του μεσοπολέμου, όπως αυτή βγήκε τραυματισμένη από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Βασικά χαρακτηριστικά του έργου του είναι το καταθλιπτικό κλίμα, η ασφυκτική ατμόσφαιρα, οι ήρωες – δέσμιοι της οικονομικής στενότητας και των κοινωνικών προκαταλήψεων και η απαισιοδοξία.
Την ίδια χρονιά με τη «Μενεξεδένια Πολιτεία», το πρώτο θεατρικό έργο του, το ιστορικό δράμα «Αυτοκράτωρ Μιχαήλ», σημειώνει μεγάλη επιτυχία και ο Τερζάκης διορίζεται γενικός γραμματέας του Εθνικού Θεάτρου, το οποίο υπηρέτησε από διάφορες θέσεις έως το 1971.
Το 1940 στρατεύεται και υπηρετεί στο Αλβανικό Μέτωπο. Παραμένει στη ζώνη του πυρός ως το τέλος του πολέμου. Το 1945 κυκλοφορεί το ιστορικό μυθιστόρημα «Πριγκιπέσα Ιζαμπώ», που θεωρείται το αρτιότερο πεζογράφημά του και ένα από τα καλύτερα μυθιστορήματα της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Ζωντανεύει την περίοδο της Φραγκοκρατίας στην Πελοπόννησο μέσα από τον έρωτα της φράγκισσας πριγκίπισσας Ιζαμπούς (κόρη του αυθέντη της Καλαμάτας Γουλιέλμου Βιλλαρδουίνου) και του έλληνα επαναστάτη Νικηφόρου Σγουρού.
Ο Άγγελος Tερζάκης ασχολήθηκε και με τον κινηματογράφο. Στις αρχές της δεκαετίας του ’50 παρακολούθησε μαθήματα κινηματογράφου στην Ιταλία και το 1954 σκηνοθέτησε τη μοναδική ταινία του, μια παραλλαγή της «Μενεξεδένιας Πολιτείας» με τίτλο «Νυχτερινή περιπέτεια», σε δικό του σενάριο. Τη μουσική έγραψε ο Mάνος Xατζιδάκις, ενώ πρωταγωνιστούσαν η Nταίζη Mαυράκη, μετέπειτα «Μις Υφήλιος», ο Βασίλης Διαμαντόπουλος, η Μαρία Αλκαίου, ο Νίκος Τζόγιας και ο Ντίνος Ηλιόπουλος. Η ταινία είχε μέτρια ανταπόκριση στο ταμείο, κόβοντας 33.379 εισιτήρια.
Μεταπολεμικά συνεργάστηκε με τις εφημερίδες «Καθημερινή» και «Το Βήμα», ενώ υπήρξε ακόμα διευθυντής του περιοδικού «Εποχές», ενός εντύπου που έπαιξε κομβικό ρόλο στο πολιτισμικό γίγνεσθαι της Ελλάδας τη δεκαετία του ’60. Οι «Εποχές» κυκλοφόρησαν από το 1963 έως το 1967, οπότε και σταμάτησε η έκδοσή τους εξαιτίας της δικτατορίας. Το 1958, μαζί με τους Καραγάτση, Βενέζη και Μυριβήλη, γράφει το «Μυθιστόρημα των Τεσσάρων», που δημοσιεύτηκε σε συνέχειες στην εφημερίδα «Ακρόπολις» (2 Μαρτίου – 26 Απριλίου 1958).
Ο Τερζάκης τιμήθηκε με το Α’ Κρατικό Βραβείο Θεάτρου για το κοινωνικό δράμα «Είλωτες» (1938) και την τραγωδία «Ο σταυρός και το σπαθί» (1939), με το Α’ Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος για το μυθιστόρημά του «Μυστική Ζωή», με το Βραβείο της Ομάδας των 12 για τη συλλογή δοκιμίων του «Προσανατολισμός στον αιώνα» (1963) και με το Αριστείο Γραμμάτων της Ακαδημίας Αθηνών για τη θεατρική μελέτη «Το μυστήριο του Ιάγου»(1969). Έργα του έχουν μεταφραστεί σε αρκετές γλώσσες (Αγγλικά, Γερμανικά, Ρωσικά, Σουηδικά κ.ά.), ενώ θεατρικά του έργα έχουν ανεβεί σε σκηνές των ΗΠΑ.
Το 1974 εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών στην τάξη των Γραμμάτων. Πέθανε στην Αθήνα στις 3 Αυγούστου 1979, σε ηλικία 72 ετών. Ο Άγγελος Τερζάκης υπήρξε ίσως ο πιο φιλοσοφικά ανήσυχος της γενιάς του ’30. Στο κέντρο των αναζητήσεών του βρέθηκε πάντοτε ο σύγχρονος άνθρωπος και τα αγωνιώδη προβλήματά του. Γι’ αυτό ίσως είναι και εκείνος που καλλιέργησε ιδιαίτερα το δοκίμιο και αναζήτησε την προσφορότερη έκφρασή του και στο θέατρο.