Σπάνια ο θάνατος ενός ανθρώπου επηρεάζει τόσο πολύ. Το σοκ της είδησης είναι μεγάλο. Σχεδόν όλοι θυμούνται πού ήταν και τι έκαναν σε σημαντικές στιγμές της ιστορίας. Και μια τέτοια ήταν σίγουρα το άκουσμα της είδησης του θανάτου της πριγκίπισσας Νταϊάνα σε ένα τούνελ στο Παρίσι. Ήταν μια ημέρα σαν σήμερα η «μελαγχολική πριγκίπισσα» των Βρετανών έφυγε με τρόπο τραγικό. Η Νταϊάνα ήταν πάντα κοντά στον κόσμο, δεν δίσταζε να «σπάει» το αυστηρό βασιλικό Πρωτόκολλο και πάντα έδειχνε το φιλάνθρωπο πρόσωπό της. Και γι αυτό αγαπήθηκε τόσο.
Τους τελευταίους μήνες της ζωής της, η Νταϊάνα χαμογελούσε και πάλι. Στη ζωή της είχε μπει ο περιζήτητος εργένης, Ντόντι Αλ Φαγιέντ. Οι δυο τους προσπάθησαν να κρατήσουν κρυφή τη σχέση τους, όμως, αυτή αποκαλύφθηκε και για τους παπαράτσι ήταν κάτι σαν… λαχείο μια φωτογραφία τους. Λίγες ημέρες πριν το τραγικό τέλος και των δύο, Νταϊάνα και Αλ Φαγιέντ έκαναν διακοπές στη γαλλική Ριβιέρα. Πριν επιστρέψουν στο Λονδίνο, αποφάσισαν να περάσουν μια νύχτα στο Παρίσι και συγκεκριμένα στο ξενοδοχείο Ριτς, που ανήκε στον πατέρα του Ντόντι.
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα τις 31ης Αυγούστου του 1997, το αυτοκίνητο στο οποίο επέβαινε η πριγκίπισσα Νταϊάνα και ο σύντροφός της Ντόντι Αλ Φαγέντ, προσέκρουσε στην 13η τσιμεντένια κολόνα στήριξης της οροφής του τούνελ Ποντ ντ’ Αλμά στο Παρίσι.
Αποτέλεσμα της σφοδρής σύγκρουσης ήταν να βρει ακαριαίο θάνατο ο οδηγός του οχήματος Ανρί Πολ, αλλά και ο ίδιος ο Φαγέντ. Η 36χρονη πριγκίπισσα, που καθόταν στην πίσω δεξιά πλευρά του αυτοκινήτου, τραυματίστηκε, αλλά δεν έχασε τη ζωή της ακαριαία. Μέχρι να απεγκλωβιστεί από το όχημα, στο σημείο είχαν σπεύσει παπαράτσι στους οποίους η πριγκίπισσα λέγεται πως ψέλλισε: «Αφήστε με ήσυχη».
Ο Χαβιέρ Γκούμερλον είναι πυροσβέστης. Και είναι ένας από τους πρώτους που έφτασαν στο σημείο του τραγικού αυτοκινητικού δυστυχήματος. Ήταν ένας από τους άνδρες που απεγκλώβισαν τη Νταϊάνα από το αυτοκίνητο. Ο Γκούμερλον θυμάται τα τελευταία λόγια της μητέρας του Γουίλιαμ και Χάρι αλλά και τις πρώτες βοήθειες που της παρείχε για να κρατηθεί στη ζωή. Αρχικά, ο ίδιος περιέγραψε την αντίδρασή του όταν αντιλήφθηκε ότι η ξανθιά γυναίκα που κλήθηκε να σώσει, ήταν η πριγκίπισσα. «Δεν το πίστευα. Είχε ανοιχτά τα μάτια της στην αρχή και είχε τις αισθήσεις της».
Όπως είπε, πριν τη βγάλουν από το αυτοκίνητο, εκείνος της κρατούσε το χέρι και προσπάθησε να την παρηγορήσει και να την κρατήσει ψύχραιμη.«Μου είπε “Θεέ μου τι έγινε;” και λίγο αργότερα υπέστη ανακοπή» είπε ο άνδρας. «Της έκανα μαλάξεις στην καρδιά και λίγα δευτερόλεπτα αργότερα άρχισε να αναπνέει ξανά. Ήταν φυσικά μια ανακούφιση γιατί, ήθελα να της σώσω τη ζωή και αυτό νόμιζα ότι το είχα κάνει.
Για να είμαι ειλικρινής πίστευα ότι θα ζούσε. Από όσο ήξερα όταν ήταν στο ασθενοφόρο ήταν ζωντανή και περίμενα να ζήσει. Αλλά έμαθα αργότερα ότι είχε πεθάνει στο νοσοκομείο. Ήταν πολύ αναστατωμένη. Ξέρω πια, ότι υπήρξαν σοβαροί εσωτερικοί τραυματισμοί, αλλά όλο το επεισόδιο είναι ακόμα πολύ έντονο στο μυαλό μου. Και η ανάμνηση εκείνης της βραδιάς θα μείνει για πάντα μαζί μου» είπε ο πυροσβέστης και πρόσθεσε: «Τότε δεν είχα ιδέα ότι ήταν η πριγκίπισσα Νταϊάνα. Μόνο όταν την έβαλαν στο ασθενοφόρο ένας από τους άνδρες του ασθενοφόρου μου είπε ότι ήταν αυτή».
Στο νοσοκομείο όπου μεταφέρθηκε, οι γιατροί προσπάθησαν να τη σώσουν, καθώς πάθαινε απανωτά καρδιακά επεισόδια, ενώ όπως διαπιστώθηκε, λόγω της σύγκρουσης, η καρδιά της είχε μετατοπιστεί προς τη δεξιά πλευρά του θώρακα. Οι προσπάθειές των γιατρών δεν είχαν αποτέλεσμα και η πριγκίπισσα Νταϊάνα, έφυγε τελικά από τη ζωή στις 4 τα ξημερώματα.