«Μετά από μιάμιση ώρα πορείας κατά μήκος ενός καλά ευθυγραμμισμένου μονοπατιού, όπου βρίσκονται τα θεμέλια ενός από τα δύο μεγάλα τείχη που κάποτε ένωναν την πόλη του Πειραιά, φτάσαμε στην πύλη της πόλης, την οποία φύλασσαν κάποιοι στρατιώτες, τρεις από τους οποίους άφησαν τη θέση τους για να μας οδηγήσουν στο διοικητή της έδρας…».
Ο Γάλλος φιλέλληνας Maxime Raybaud φτάνει για πρώτη φορά στην Αθήνα, υποκύπτοντας στην επιθυμία να επισκεφτεί από κοντά την πόλη της Αθηνάς. Είναι Νοέμβριος του 1821. Τα στρατεύματα του Ομέρ Βρυώνη έχουν αποσυρθεί μερικές εβδομάδες πριν, οι ελληνικές δυνάμεις έχουν ανακαταλάβει την πόλη και τώρα επιχειρούν εκ νέου την κατάληψη της Ακρόπολης:
«Αυτό το διάσημο φρούριο έχει μόνο μία είσοδο, όπως και στους αρχαίους αιώνες, δηλαδή στην πλευρά των Προπυλαίων. Λίγα πόδια μακριά, στην εξωτερική πλευρά, υπήρχε ένα καφενείο και ένα μικρό τζαμί, το οποίο οι Τούρκοι είχαν μετατρέψει σε προκεχωρημένη φρουρά και όπου πενήντα άντρες επιτηρούσαν τη διατήρηση ενός πηγαδιού που βρισκόταν λίγα γαλλικά μέτρα από την Ακρόπολη… Κατά τη διάρκεια της νύχτας πριν από την άφιξή μου, οι Έλληνες πλησίασαν σιωπηλά και επιτέθηκαν στη φρουρά του τζαμιού, μερικοί άντρες της οποίας κοιμόντουσαν. Αρκετοί Τούρκοι σφαγιάστηκαν, άλλοι επέστρεψαν στην Ακρόπολη, βρίσκοντας χρόνο να κλείσουν την πύλη…».
Τα απομεινάρια της προηγηθείσας μάχης παρέμεναν ορατά, όταν ο Raybaud επισκέπτεται την επόμενη ημέρα το μικρό τζαμί: «Οι τοίχοι και το δάπεδο ήταν ακόμη βαμμένοι με το αίμα αυτής της νυκτερινής μάχης…», σημειώνει.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του η πολιορκία θα διαρκούσε επί μακρόν: «Πεπεισμένος ότι μόνο η πείνα, ή μάλλον η δίψα, θα έφερνε την υποταγή του εχθρού, τους παρότρυνα να διατηρήσουν τον αυστηρό αποκλεισμό για να τους εμποδίσουν να λάβουν βοήθεια από έξω, και κυρίως να αποφύγουν οποιαδήποτε απόπειρα που θα μπορούσε από δω και πέρα να είναι πολύ επιζήμια, δίχως να φέρει αποφασιστικό αποτέλεσμα».
Ο Raybaud θα εκμεταλλευτεί την ολιγοήμερη παραμονή του για να επισκεφτεί την πόλη και να περιηγηθεί τις αρχαιότητες με οδηγό τον πρόξενο της Γαλλίας: «Ο κ. Fauvel μάς ξενάγησε αρχικά στο σπίτι του και μας εξήγησε με εξαιρετική ευγένεια όσα περίεργα και αξιοσημείωτα περιείχε… Μας κράτησε για δείπνο και ήθελε να μας συνοδεύσει σε μια νέα επίσκεψη στο εσωτερικό της πόλης. Μας έδειξε, ανυψώνοντας τους ώμους του, το ρολόι που είχε χτίσει εκεί ο λόρδος Elgin για να αποζημιώσει τους Αθηναίους για τα λάφυρα που είχε αρπάξει από αυτούς. Περιηγηθήκαμε μαζί του τα ερείπια του ναού του Ολυμπίου Διός , που συνορεύουν με τη μεγάλη κατοικία του πρώην Τούρκου κυβερνήτη… Επισκεφθήκαμε την Πνύκα, το λόφο του Αρείου Πάγου, τη φυλακή που είναι γνωστή ως φυλακή του Σωκράτη, το μνημείο του Σύρου Φιλοπάππου…»
Η περιήγηση συνεχίστηκε και την επόμενη μέρα εκτός των τειχών της πόλης, στον Κεραμεικό, στην Ακαδήμεια, στον Ίππιο Κολωνό, στην παριλίσσια περιοχή: «…Διακρίναμε, όχι μακριά από αυτό το μέρος, τους δεκαέξι υπέροχους κίονες, που εξακολουθούν να ορθώνονται, του Πανθέου του Αδριανού … Σε ένα μέρος του επιστυλίου που εξακολουθεί να συνδέει τα κιονόκρανα δύο εξ αυτών των κιόνων, ένας δερβίσης της αίρεσης των Καλεντέρων είχε χτίσει μια πολυώροφη καλύβα, στην οποία αυτός ο σύγχρονος Συμεών Στυλίτης έζησε αρκετά χρόνια. Είναι δύσκολο να καταλάβουμε πώς θα μπορούσε να κατασκευαστεί αυτό το παλιόσπιτο σε τόσο μεγάλο ύψος και με τόσο στενή βάση».