Γάλλος συγγραφέας και παιδαγωγός, γνωστός παγκόσμια ως ο πρωτεργάτης της αναβίωσης των Ολυμπιακών Αγώνων.
Ο Πιερ ντε Φρεντί βαρώνος του Κουμπερτέν γεννήθηκε την Πρωτοχρονιά του 1863 στο Παρίσι και καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια της Γαλλίας. Νεώτατος επισκέφθηκε την Αγγλία και τις ΗΠΑ, όπου παρακολούθησε μαθήματα φυσικής αγωγής, ενώ παράλληλα μελετούσε το βίο των αρχαίων Ελλήνων. Υπήρξε υπέρμαχος της εισαγωγής των αθλοπαιδιών στα σχολεία, εμπνεόμενος από την ανάγκη αναστήλωσης του ηθικού της γαλλικής νεολαίας, μετά την ήττα από τη Γερμανία το 1871 στα πεδία των μαχών.
Το 1892 επηρεασμένος από τη φιλοσοφία των αρχαίων Ολυμπιακών Αγώνων, αλλά και τις πεποιθήσεις του άγγλου φιλάθλου Γουίλιαμ Μπρουκς και ελλήνων διανοουμένων διακήρυξε την πρόθεσή του να ανασυστήσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες πάνω σε σύγχρονες βάσεις, σε ομιλία του στη Σορβόνη. Τον Ιούνιο του 1894 ως γενικός γραμματέας της Ένωσης των Γαλλικών Αθλητικών Σωματείων (USFSA) οργάνωσε στη Σορβόνη διεθνές συνέδριο για τη διάδοση και μελέτη του φιλαθλητισμού, στο οποίο πήραν μέρος αντιπρόσωποι από 14 χώρες.
Κατά τη διάρκεια του συνεδρίου αποφασίσθηκε η ίδρυση της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής (ΔΟΕ), η οποία θα είχε την ευθύνη για την τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων, με πρώτο πρόεδρο τον έλληνα αντιπρόσωπο Δημήτριο Βικέλα (23 Ιουνίου). Την ίδια ημέρα το συνέδριο εξέφρασε την ευχή οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες της σύγχρονης εποχής να διεξαχθούν στην Αθήνα.
Με χρηματικό ποσό που συγκεντρώθηκε σε δημόσιο έρανο και με τη συνδρομή του εθνικού ευεργέτης Γεωργίου Αβέρωφ, άρχισαν το 1895 οι εργασίες ανακατασκευής τού καλλιμάρμαρου σταδίου τού Περικλή, όπου τελέσθηκαν το 1896 οι πρώτοι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες (25 Μαρτίου – 3 Απριλίου). Αμέσως μετά τους αγώνες, ο Κουμπερτέν ανέλαβε από τον Βικέλα την προεδρία της ΔΟΕ, την οποία διατήρησε έως το 1925, παρότι στο ιδρυτικό της συνέδριο είχε αποφασιστεί η ανά τετραετία αλλαγή του προέδρου.
Το 1906 έλαβε αρνητική και επικριτική στάση απέναντι στη «Μεσολυμπιάδα», που διοργάνωσε η Ελλάδα, με συνέπεια να διαρραγούν οι σχέσεις του με τον παλιό φίλο και συνεργάτη του Δημήτριο Βικέλα. Το 1912 στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Στοκχόλμης κέρδισε με ψευδώνυμο το χρυσό μετάλλιο στη λογοτεχνία για το ποίημά του «Ode au sport» («Ωδή στον αθλητισμό»).
Το 1913 σχεδίασε τη σημαία των Ολυμπιακών Αγώνων, η οποία παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αμβέρσας το 1920, ενώ με δική του πρόταση υιοθετήθηκε το ολυμπιακό σύνθημα «Citius, Altius, Fortius» («Γρηγορότερα», «Υψηλότερα», «Δυνατότερα») από τους Ολυμπιακούς του 1924 στο Παρίσι.
Από το πλούσιο συγγραφικό του έργο ξεχωρίζουν τα βιβλία: «Η αγωγή εν Αγγλία» (1888), «Αναμνήσεις της Αμερικής και της Ελλάδος» (1897), «Η ωφέλιμος γυμναστική» (1912), «Δοκίμιον αθλητικής ψυχολογίας» (1913), «Μαθήματα παιδαγωγικής αθλητικής» (1923) και «Η αγωγή των εφήβων κατά τον 20ο αιώνα».
Στην προσωπική του ζωή, ήταν νυμφευμένος από το 1895 με την παιδική του φίλη Μαρί Ροτάν (1861-1963), με την οποία απέκτησε δύο παιδιά, τον Ζακ (1896-1952) και τη Ρενέ (1902-1968).
Ο Πιερ ντε Κουμπερτέν πέθανε στη Γενεύη της Ελβετίας στις 2 Σεπτεμβρίου 1937, σε ηλικία 74 ετών. Κατ’ επιθυμία του , η καρδιά του τοποθετήθηκε σε αναμνηστική στήλη σε χώρο της Διεθνούς Ολυμπιακής Ακαδημίας, στην Αρχαία Ολυμπία.