Ο Μπερνάρντο Μπερτολούτσι υπήρξε ένας από τους κορυφαίους κινηματογραφικούς σκηνοθέτες που ανέδειξε η Ιταλία, με σημαντικό έργο κυρίως την δεκαετία του 70. Το 1972 σκηνοθέτησε το ερωτικό δράμα «Το τελευταίο ταγκό στο Παρίσι» προκαλώντας παγκόσμιο σκάνδαλο, ενώ το 1988 κέρδισε Όσκαρ καλύτερης ταινίας και σκηνοθεσίας για την ταινία του «Ο τελευταίος αυτοκράτορας».
Τα πρώτα βήματα
Γεννήθηκε στην Πάρμα στις 16 Μαρτίου 1941 και ήταν γιος του ποιητή, ιστορικού και κινηματογραφικού κριτικού, Ατίλιο Μπερτολούτσι (1911-2000). Ποιητής και ο ίδιος, ξεκίνησε την κινηματογραφική του καριέρα ως βοηθός του Πιερ Πάολο Παζολίνι στην ταινία «Ακατόνε» (1961), το ύφος της οποίας επηρέασε την πρώτη του ταινία «Βίαιος θάνατος» (1962), που είχε ως θέμα της την αστυνομική έρευνα για τον θάνατο μιας πόρνης στην Σικελία. Βαθιά πολιτικοποιημένος και ενταγμένος στην Αριστερά, όπως και άλλοι σπουδαίοι Ιταλοί σκηνοθέτες, δήλωνε κομμουνιστής, αλλά δεν εντάχθηκε στο ΚΚΙ, παρά μόνο στα τέλη της δεκαετίας του 60.
Το 1964, γύρισε το ρομαντικό δράμα «Πριν από την επανάσταση», ταινία που ένα μέρος της είναι αυτοβιογραφικό κι ένα άλλο της βασισμένο στο μυθιστόρημα του Σταντάλ «Μοναστήρι της Πάρμας». Πρωταγωνιστούσε η πρώτη του σύζυγος Αντριάνα Άστι, δέκα χρόνια μεγαλύτερή του. Ακολούθησε «Ο σύντροφος » (1968), ενώ στη συνέχεια σκηνοθέτησε ένα σκετς της σπονδυλωτής ταινίας «Amore e rabbia» («Αγάπη και Οργή»,1969) και έγραψε το σενάριο της ταινίας του Σέρτζιο Λεόνε «Κάποτε στη Δύση» (1969).
Η κορύφωση της καριέρας του
Η δεκαετία του 70 ήταν η πιο δημιουργική της καριέρας του, σε μια περίοδο που ο ιταλικός κινηματογράφος βρισκόταν στα πρόθυρα της παρακμής. Το 1970 σκηνοθέτησε την ταινία «Η στρατηγική της αράχνης» εμπνευσμένη από ένα διήγημα του Χόρχε Λουίς Μπόρχες, με θέμα την ιστορία ενός αντιφασίστα ήρωα που αποδεικνύεται προδότης. Θα ακολουθήσει τον επόμενο χρόνο η ταινία «Ο Κονφορμίστας», βασισμένη σε ένα μυθιστόρημα του Αλμπέρτο Μοράβια, με θέμα την ιστορία ενός πολιτικού χαμαιλέοντα, που από δραστήριος φασίστας θα περάσει στην αντίπερα όχθη μετά την πτώση του φασισμού στην Ιταλία το 1943.
Το 1972, θα σκηνοθετήσει το ερωτικό δράμα «Το τελευταίο ταγκό στο Παρίσι» με θέμα τον ψυχοφθόρο έρωτα ενός ώριμου αμερικανού (Μάρλον Μπράντο) και μιας νεαρής παριζιάνας (Μαρία Σνάιντερ). Η ταινία θα προκαλέσει παγκόσμιο σκάνδαλο για τις «ωμές» ερωτικές σκηνές και θα απαγορευτεί ή θα «πετσοκοφτεί» σε πολλές χώρες του κόσμου. Καθιέρωσε όμως τον Μπερτολούτσι ως ένα από από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες στον ευρωπαϊκό χώρο.
Ακολούθησε το πιο φιλόδοξο εγχείρημά του, το επικό και μεγαλειώδες «1900» (1975), που καταγράφει την πορεία της Ιταλίας μέχρι τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μέσα από την παράλληλη ιστορία δύο νέων, του γιου ενός τσιφιλικά (Ρόμπερτ Ντε Νίρο) και του γιού ενός χωρικού (Ζεράρ Ντεπαρντιέ), που γεννήθηκαν την πρωτοχρονιά του 1900. Η χρυσή δεκαετία του 70 για τον Μπερτολούτσι θα κλείσει με το ψυχαναλυτικό μελόδραμα «Το Φεγγάρι», με θέμα την σχέση μιας λυρικής καλλιτέχνιδας με τον 15χρονο γιο της.
Η δεκαετία του ογδόντα άνοιξε για τον ιταλό δημιουρυργό με την ταινία «Η τραγωδία ενός γελοίου ανθρώπου (1981), με ρεσιτάλ ηθοποιίας από τον Ούγκο Τονιάτσι, στον ρόλο ενός μικροεπιχειρηματία, που αμφιταλαντεύεται αν θα πρέπει να πληρώσει τα λύτρα των απαγωγέων του γιου του ή αν θα πρέπει να σώσει την καταρρέουσα επιχείρησή του.
Η διεθνής αναγνώριση και η παρακμή
Τα επόμενα χρόνια θα γυρίσει μια σειρά διεθνών εμπορικών παραγωγών, που όμως δεν προσθέτουν το παραμικρό στο έργο του. Η κριτική θα κάνει λόγω για απώλεια «των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών του» και της «επαναστατικής του ψυχής». Η αρχή θα γίνει με την ταινία «Ο τελευταίος αυτοκράτορας (1987), με ήρωα τον τελευταίο αυτοκράτορα της Κίνας Που Γι, που απέσπασε εννέα Όσκαρ (1988), ανάμεσά τους και εκείνο της καλύτερης ταινίας και σκηνοθεσίας. Θα ακολούθησαν οι ταινίες «Τσάι στη Σαχάρα» (1990), «Ο Μικρός Βούδας» (1994), «Κλεμμένη Ομορφιά» (1996), «Πολιορκία μιας γυναίκας» (1998), «Οι Ονειροπόλοι» (2003), με θέμα ένα νεανικό έρωτα στα χρόνια του Γαλλικού Μάη του 68 και «Εγώ και Συ» (2012).
Μεταξύ των πολλών βραβείων με τα οποία τιμήθηκε, ξεχωρίζουν ο Χρυσός Λέοντας του Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας (2007) και ο Χρυσός Φοίνικας του Φεστιβάλ των Καννών (2011), και τα δυο για το σύνολο του έργου του.
Ο Μπερνάρντο Μπερτολούτσι πέθανε στις 26 Νοεμβρίου 2018 στην Ρώμη, ύστερα από πολύχρονη μάχη με τον καρκίνο. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ήταν καθηλωμένος σε αναπηρικό καροτσάκι, εξαιτίας χρόνιου προβλήματος με την μέση του. Από το 1979 ήταν παντρεμένος σε τρίτο γάμο με την αγγλίδα σεναριογράφο Κλερ Πέπλοου.