Διαπρεπής ρώσος αρχαιολόγος, ελληνοποντιακής καταγωγής. Είχε χαρακτηριστεί «ποιητής» της αρχαιολογίας, ο άνθρωπος που περπάτησε στα «βήματα» του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Κεντρική Ασία και «ήρωας» του Ποντιακού Ελληνισμού.
Ο Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης γεννήθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου του 1929 στην Τασκένδη της Σοβιετικής Ένωσης (σημερινό Ουζμπεκιστάν) από Έλληνες γονείς. Το 1952 αποφοίτησε από το Κρατικό Πανεπιστήμιο Κεντρικής Ασίας (Τασκένδη) και το 1961 έλαβε μάστερ Αρχαιολογίας Εγγύς και Μέσης Ανατολής από το Ινστιτούτο Αρχαιολογίας της Μόσχας.
Από το 1949 είχε ενεργό ρόλο στις αρχαιολογικές ανασκαφές στην Κεντρική Ασία και το Αφγανιστάν. Εκεί, έφερε στο φως τη Βασιλική Νεκρόπολη Τιλιά Τεπέ (1ος αιώνας μ.Χ.), όπου βρέθηκαν περισσότερα από 20.000 χρυσά αντικείμενα. Αυτή θεωρήθηκε «η ανακάλυψη του αιώνα». Τα ευρήματα είχαν φιλοξενηθεί στο Κρατικό Μουσείο του Αφγανιστάν. Με τον πόλεμο όλα τα ευρήματα εκλάπησαν μεταξύ του 1991-1993 και έκτοτε αγνοείται η τύχη τους.
Τα τελευταία 30 χρόνια έκανε τις μεγαλύτερες αρχαιολογικές ανασκαφές στο Τουρκμενιστάν (έρημο Καρά Κουμ), όπου ανακάλυψε το παντελώς άγνωστο στο διεθνή επιστημονικό κόσμο Βασίλειο της Μαργιανής (τέλος 3ης χιλιετίας π.Χ.), εισάγοντας μία νέα θεωρία στην επιστήμη για τη διάπλαση του πρωτοελληνιστικού πολιτισμού στην Κεντρική Ασία και την ύπαρξη ενός πολιτισμού πανομοιότυπου με αυτόν της Βακτρίας, που σύμφωνα με τα έως τα τώρα στοιχεία συνδέεται και με τον Κρητο-Μυκηναϊκό πολιτισμό.
Επιστήμονας παγκόσμιου κύρους, ο ελληνικής καταγωγής αρχαιολόγος με την πολύχρονη ανασκαφική δραστηριότητά του στην περιοχή της κεντρικής Ασίας, συνέβαλε καθοριστικά στην ανάδειξη των στοιχείων του ελληνικού πολιτισμού στην ευρύτερη περιοχή της Μαύρης Θάλασσας, αλλά και στην ανακάλυψη των ελληνικών ριζών του πολιτισμού της Κεντρικής Ασίας (ανάμεσα στο σημερινό Αφγανιστάν, Τουρκμενιστάν και Ουζμπεκιστάν). Με τα ευρήματά του, ο Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης απέδειξε ότι ο Ελληνισμός εξαπλώθηκε στην Ανατολή και στην Κεντρική Ασία 1.500 χρόνια πριν από την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Το 1975 ανακηρύχθηκε διδάκτωρ της Ιστορικής Επιστήμης της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών. Από το 1955 εργαζόταν στο Ινστιτούτο Αρχαιολογίας της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών στην Μόσχα. Υπήρξε επίτιμο μέλος της Ελληνικής Ανθρωπολογικής Εταιρίας, μέλος της Αμερικανικής Εταιρίας Επιστημών και ισότιμο μέλος της Ομοσπονδίας Δημοσιογράφων Ρωσίας.
Ο Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης, που είχε λάβει την ελληνική υπηκοότητα το 1997, τιμήθηκε με τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος της Τιμής της Ελληνικής Δημοκρατίας (Ιανουάριος 2002), με την Ανώτατη Τιμητική Διάκριση «Μαχτουμκουλύ» της Δημοκρατίας του Τουρκμενιστάν που μέχρι τώρα έχει δοθεί μόνο σε 4 προσωπικότητες (2001), από το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων (2000), ενώ το 1998 ανακηρύχθηκε Πρεσβευτής του Ελληνισμού.
Ιδιαίτερα πλούσιο υπήρξε και το συγγραφικό του έργο, με 20 βιβλία στα ρωσικά, τα οποία έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γερμανικά, ιαπωνικά και ελληνικά. Περισσότερα από 200 άρθρα του έχουν δημοσιευτεί σε έγκυρα διεθνή επιστημονικά περιοδικά.
Ερχόμενος στην Ελλάδα στα μέσα της δεκαετίας του ’90 έλαβε πολλές υποσχέσεις από το ελληνικό κράτος για οικονομική ενίσχυση, προκειμένου να συνεχίσει το έργο του, αλλά απογοητεύτηκε από τη συμπεριφορά και την αδιαφορία των υπευθύνων. Οι υποσχέσεις του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Α. Καραμανλή δεν τηρήθηκαν. Το 2005, μετά από προσπάθειες ετών, έλαβε μια πενιχρή σύνταξη από το ελληνικό δημόσιο, που έφτανε τα 192 ευρώ μηνιαίως.
Ο Βίκτωρ Σαρηγιαννίδης πέθανε στη Μόσχα στις 23 Δεκεμβρίου του 2013, σε ηλικία 84 ετών.