Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος, από τους κορυφαίους και πολυγραφότερους έλληνες πεζογράφους (ίσως ο πολυγραφότερος της ελληνικής λογοτεχνίας) και συνάμα από τους πιο πολυδιαβασμένους, διακρίθηκε κυρίως ως μυθιστοριογράφος και θεατρικός συγγραφέας. Έγραψε επίσης πληθώρα διηγημάτων και ως κριτικός γνώρισε στο ελλαδικό κοινό τον ποιητή Κωνσταντίνο Καβάφη.
Ο Ξενόπουλος καλλιέργησε το ηθογραφικό, το κοινωνικό και το αστικό πεζογράφημα, στην αρχή σε γλώσσα καθαρεύουσα κι αργότερα σε στρωτή δημοτική. Τα θέματα των έργων του εξελίσσονται κυρίως στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Ζάκυνθο, αλλά και στην Αθήνα. Μεγάλους του δασκάλους της τέχνης του θεωρούσε τους Ντοντέ, Μπαλζάκ, Ζολά και Ντίκενς. Μεγάλο μέρος του έργου του άντεξε στο χρόνο και εξακολουθεί να ενδιαφέρει το αναγνωστικό κοινό χάρη στις τηλεοπτικές διασκευές μυθιστορημάτων του.
Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος γεννήθηκε στις 9 Δεκεμβρίου 1867 στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν γιος του Διονυσίου Ξενόπουλου (ή Ξυνόπουλου) με καταγωγή από τη Ζάκυνθο και της Ευθαλίας Θωμά, μιας αρκετά καλλιεργημένης γυναίκας. Τον Οκτώβριο του 1868, η οικογένεια Ξενόπουλου εγκαταστάθηκε στη Ζάκυνθο, όπου ο Γρηγόριος μεγάλωσε και περάτωσε τις γυμνασιακές του σπουδές.
Το 1883 γράφτηκε στη Φυσικομαθηματική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά στα πέντε χρόνια της φοίτησής του παρακολουθούσε περισσότερο τα μαθήματα της Φιλοσοφικής Σχολής, ενώ παράλληλα μάθαινε ξένες γλώσσες και διάβαζε μανιωδώς λογοτεχνικά βιβλία. Όπως ήταν φυσικό δεν ολοκλήρωσε τις σπουδές του και από το 1892, που εγκαταστάθηκε οριστικά στην Αθήνα, αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στη λογοτεχνία. Μέχρι το θάνατό του δεν άσκησε άλλο επάγγελμα και βιοποριζόταν αποκλειστικά από την πένα του.
Το 1885 είναι η χρονιά που εισέρχεται στο λογοτεχνικό στίβο με το πεζογράφημα «Ελληνικού αγώνος το τριακοσιάδραχμον έπαθλον». Θα ακολουθήσουν αλλεπάλληλες σειρές από διηγήματα, νουβέλες, μυθιστορήματα και θεατρικά έργα, που δημοσιεύτηκαν είτε σε περιοδικά και εφημερίδες, είτε σε αυτοτελείς εκδόσεις.
Το 1905 δημοσίευσε το μυθιστόρημά του «Ο Κόκκινος Βράχος», που αφηγείται την τραγική ιστορία της Φωτεινής Σάντρη, η οποία ερωτεύεται τον πρώτο της εξάδελφο και αυτοκτονεί, όταν αυτός παντρεύεται μια άλλη. Το μυθιστόρημα μεταπλάστηκε σε θεατρικό έργο με τον τίτλο «Φωτεινή Σάντρη» και ανέβηκε το 1908 από τον θίασο της Κυβέλης. Ήταν η πρώτη μεγάλη θεατρική επιτυχία του Ξενόπουλου. Το 1949 μεταφέρθηκε και στον κινηματογράφο από τον σκηνοθέτη Γρηγόρη Γρηγορίου.
Το μυθιστόρημά του αυτό σηματοδοτεί την απαρχή του αστικού νεοελληνικού μυθιστορήματος, όπως και το κατοπινό «Μαργαρίτα Στέφα», που αναφέρεται στην ερωτική ιστορία ενός Ζακυνθινού αρχοντόπουλου με ένα κορίτσι λαϊκής καταγωγής. Το έργο μεταφέρθηκε στη μικρή οθόνη το 1982 από τον Κώστα Πρέκα.
Πολλά από τα θεατρικά του, που βασίζονταν σε προγενέστερα έργα του, ήταν δημοφιλή στη διάρκεια του μεσοπολέμου και παραστάθηκαν τόσο από το Εθνικό Θέατρο όσο από θιάσους του ελευθέρου θεάτρου, όπως της Μαρίκας Κοτοπούλη, της Κυβέλης, της Αλίκης και του Αιμίλιου Βεάκη. Από τα πιο γνωστά είναι «Το μυστικό της κοντέσσας Βαλέραινας» (1904), μεγάλη επιτυχία της Μαρίκας Κοτοπούλη, που αποτελεί διασκευή του διηγήματος «Το Μυστικό της Βαλέραινας» (1895), «Στέλλα Βιολάντη» (1909), βασισμένο στην ομώνυμη νουβέλα, «Το Φιόρο του Λεβάντε» (1914) και «Οι Φοιτηταί» (1919).
Έργα του που μεταφέρθηκαν στην τηλεόραση, εκτός από τη «Μαργαρίτα Στέφα», είναι τα «Τερέζα Βάρμα Δακόστα» (1975), «Αναδυομένη» (1978), «Ο κόσμος και ο Κοσμάς» (1981), «Ανάμεσα σε τρεις γυναίκες» (1982), «Το φάντασμα» (1990) κ.ά.
Για σχεδόν μισό αιώνα (1896-1945), ο Γρηγόριος Ξενόπουλος υπήρξε ο ιθύνων νους (ως αρχισυντάκτης και διευθυντής) του νεανικού περιοδικού «Η Διάπλασις των Παίδων». Χιλιάδες ελληνόπουλα όλα αυτά τα χρόνια γνώρισαν κι αγάπησαν τον Ξενόπουλο από τις επιστολές του, που τις υπέγραφε με το ψευδώνυμο «Φαίδων».
Επίσης υπήρξε ο ιδρυτής του λογοτεχνικού περιοδικού «Νέα Εστία», που εκδίδεται από το 1927 έως σήμερα. Το 1931 εξελέγη μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Την κριτική την θεωρούσε «πάρεργο», αλλά στο ιστορικό άρθρο του «Ένας ποιητής», που δημοσιεύτηκε στις 30 Νοεμβρίου 1903 στο περιοδικό «Παναθήναια», σύστησε στο ελληνικό κοινό τον ποιητή Κωνσταντίνο Καβάφη.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ήταν θλιβερά. Στις 16 Αυγούστου 1944, τις τελευταίες ημέρες της κατοχής, η οικία του επί της οδού Ευριπίδου 38 στην Αθήνα ανατινάχθηκε από αγνώστους. Ο Ξενόπουλος και η οικογένειά του είχαν προειδοποιηθεί και διασώθηκαν, αλλά καταστράφηκαν όλα τα υπάρχοντά του, τα χειρόγραφά του, η πολύτιμη βιβλιοθήκη του και το αρχείο του.
Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος πέθανε φτωχός και πικραμένος από μια τέτοια συμφορά στις 14 Ιανουαρίου 1951 στην Αθήνα, σε ηλικία 83 ετών. Είχε νυμφευτεί δύο φορές. Το 1894 την Ευφροσύνη Διογενίδη, με την οποία απέκτησε μία κόρη και το 1901 με τη Χριστίνα Κανελλοπούλου, με την οποία απέκτησε άλλες δύο κόρες.