Ο Κώστας Μουσούρης ήταν ηθοποιός, θιασάρχης και διακεκριμένος σκηνοθέτης του θεάτρου. Αποτέλεσε υψηλό παράδειγμα αγάπης για το θέατρο κι επέδειξε απόλυτο σεβασμό στο κοινό, έχοντας κερδίσει το σεβασμό των πνευματικών ανθρώπων της εποχής του.
«Θιασάρχη ποιητή» τον είχε αποκαλέσει ο Γρηγόριος Ξενόπουλος. Ο Κάρολος Κουν τον χαρακτήρισε «ακούραστο στυλοβάτη του ελληνικού θεάτρου», ο Μάριος Πλωρίτης έγραψε πως o Κώστας Μουσούρης «έδωσε όχι εκ του περισσεύματος της καρδιάς του, αλλά την καρδιά του ολόκληρη στο ελληνικό Θέατρο» και ο Στράτης Μυριβήλης είχε επισημάνει πως σε «κάθε παράσταση του Κώστα Μουσούρη βλέπει κανείς το μόχθο που προηγήθηκε για να υποταχθούν όλα τα στοιχεία σε μιαν ενιαία εποπτεία που φτάνει ως τις παραμικρές λεπτομέρειες».
Ο θεατρικός κριτικός Κώστας Γεωργουσόπουλος έγραψε πως ο «Κώστας Μουσούρης υπήρξε ηθοποιός με σκηνική χάρη και φινέτσα, χωρίς να ανήκει στους χαρισματικούς εκείνους που σφράγισαν με την παρουσία τους το ρόλο τους και την ελληνική σκηνή. Οι παραστάσεις του διαπνέονταν από άκρα επαγγελματική συνείδηση και, χωρίς να διεκδικούν τον τίτλο του υψηλού καλλιτεχνικού δημιουργήματος, καλλιέργησαν την απαιτητικότητα και το γούστο τού κοινού. Οι διανομές του ήταν υποδειγματικές, οι φροντισμένες μεταφράσεις, τα σκηνικά και τα κοστούμια εξασφάλιζαν μία ποιοτική λάμψη κι ευπρέπεια στις θεατρικές του παραγωγές».
Ο Κώστας Μουσούρης γεννήθηκε στην Αθήνα το 1903. Σπούδασε στη σχολή της Εταιρείας του Ελληνικού Θεάτρου και το 1924 ίδρυσε με άλλους ηθοποιούς τον «Θίασο των Νέων» στο Παγκράτι.
Το 1925 πρωταγωνίστησε στο «Θέατρο Τέχνης» του Σπύρου Μελά και τον επόμενο χρόνο στο Θέατρο Κυβέλης. Το 1929 συγκρότησε δικό του θίασο μαζί με την Αλίκη (Θεοδωρίδου), κόρη της Κυβέλης. Το 1932 προσελήφθη στο Εθνικό Θέατρο και τον ίδιο χρόνο συγκρότησε νέο θίασο μαζί με την Κυβέλη, την Αλίκη, τη Μιράντα (Μυράτ) και τον Χριστόφορο Νέζερ.
Ως το 1937, οπότε χώρισε με την Αλίκη, έπαιζαν μαζί, καθώς και με άλλους γνωστούς ηθοποιούς (Λογοθετίδη, Νέζερ) δεκάδες έργα των πιο διαφορετικών νοοτροπιών. Την εποχή του πολέμου συγκρότησε επιθεωρησιακό θίασο (με τη Μαρίκα Κρεββατά, τον Κυριάκο Μαυρέα και τον Ορέστη Μακρή), που ανέβασε μεγάλες επιτυχίες της εποχής («Μπράβο Κολονέλλο», «Φινίτα λα μούζικα»).
Το 1951 ανακαίνισε το θέατρο της Πλατείας Καρύτση, το οποίο πήρε το όνομά του. Είναι το γνωστό και σήμερα «Θέατρο Μουσούρη». Συνεργάστηκε και πάλι με πλειάδα λαμπρών ηθοποιών της εποχής: Ελένη Χατζηαργύρη, Βάσω Μανωλίδου, Νίκο Τζόγια, Έλλη Λαμπέτη, Δημήτρη Χορν, Αντιγόνη Βαλάκου, Αλίκη Βουγιουκλάκη, Ελένη Χατζηαργύρη, Τζένη Καρέζη, Τζένη Ρουσσέα και Γιώργο Μιχαλακόπουλο.
Μερικές από τις μεγάλες επιτυχίες του που σημάδεψαν την καλλιτεχνική του διαδρομή: «Τρεις αδελφές» του Άντον Τσέχοφ, «Λουίζα Μίλερ» του Φρίντριχ Σίλερ, «Πυγμαλίων» του Τζορτζ Μπέρναρ Σο, «Πρόσκληση στον πύργο» του Ζαν Ανούιγ, «Το Ημερολόγιο της Άννας Φρανκ» των Γκούντριχ και Χάκετ, «Η κληρονόμος» των Ρουθ και Ογκάστους Γκέτζ, «Πεγκ, καρδούλα μου» του Τζον Χάρτλεϊ Μάνερς, «Το κουρέλι» του Ντάριο Νικοντέμι, «Φωτοφίνις» του Πίτερ Ουστίνοφ και «Ένα παράξενο ζευγάρι» Νιλ Σάιμον.
Ως ηθοποιός είχε μικρή παρουσία στον κινηματογράφο. Έπαιξε σε μόλις τέσσερις ταινίες: «Έρως στα Κύματα» (1928) και «Αστέρω» (1929) του Δημήτρη Γαζιάδη, «Αγνούλα» (1939) του Αλεβίζε Ορφανέλι και «Όλα για το παιδί της» (1958) του Κώστα Στράντζαλη. Ο Μουσούρης ασχολήθηκε και με την ποίηση. Τα ποιήματά του διακρίθηκαν για τον λυρισμό τους.
Από το 1950 έως το 1964 διετέλεσε πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Ελεύθερου Θεάτρου (ΠΕΕΘ). Είχε τιμηθεί με τον Χρυσό Ταξιάρχη του Βασιλικού Τάγματος Γεωργίου Α’, τον Χρυσό Ταξιάρχη του Φοίνικος, το Αργυρό κλειδί της πόλεως των Αθηνών και το Αργυρό Μετάλλιο του συλλόγου Αθηναίων.
Ο Κώστας Μουσούρης άφησε την τελευταία του πνοή σε κλινική της Αθήνας στις 7 Δεκεμβρίου 1976. Είχε υποστεί εγκεφαλικό επεισόδιο.
Η κηδεία του έγινε το απόγευμα της ίδιας ημέρας, στο Α’ Νεκροταφείο της Αθήνας. Παραβρέθηκαν o πρώην πρωθυπουργός Παναγιώτης Κανελλόπουλος, ο αρχηγός της ΕΔΗΚ Γεώργιος Μαύρος, οι Αλέξης Μινωτής, Κάρολος Κουν, Πέτρος Χάρης, Δημήτρης Μυράτ, Μάνος Κατράκης, Άννα Συνοδινού, Γιώργος Φούντας, Αλίκη Βουγιουκλάκη, Βέρα Κρούσκα, Αντιγόνη Βαλάκου, Νίκος Χατζίσκος και πολλοί ακόμη άνθρωποι του θεάτρου και των γραμμάτων. Της νεκρώσιμης ακολουθίας χοροστάτησε ο πρωτοπρεσβύτερος Γεώργιος Πυρουνάκης, ο οποίος εκφώνησε και επικήδειο. Επικήδειους εκφώνησαν, επίσης, εκπροσωπώντας τους αντίστοιχους συνδικαλιστικούς φορείς, ο Θεόδωρος Κρίτας (ΠΕΕΘ), ο Βάσος Ανδρονίδης (ΣΕΗ) και ο Βασίλης Μεσολογγίτης (ΠΟΘΑ). Επίσης, σε όλα τα θέατρα διαβάστηκε το βράδυ, πριν από την παράσταση, κείμενο που αναφερόταν στη μνήμη του Κώστα Μουσούρη.