Δράκος: Το πιο γνωστό υπερβατικό/φανταστικό/υπερφυσικό μυθικό
ερπετόμορφο ον στις μυθολογίες και στους πολιτισμούς αρκετών των λαών της
υφηλίου. Το αξιοσημείωτο είναι πως αν και αποτελεί, ως ελέχθη, δημιούργημα
της συλλογικής φαντασίας, επικρατεί με παρόμοια χαρακτηριστικά σε πλήθος
διαφορετικών παραδόσεων. Η πιο γνωστή μορφή του μεταφυσικού αυτού
πλάσματος είναι η ερπετοειδής εμφάνιση. Διαθέτει φτερά, εκτοξεύει φλόγες από
την στοματική κοιλότητα και διαμένει σε σπήλαια. Χαρακτηριστική θέση στην
παγκόσμια «λαογραφία» έχουν οι δράκοι του κινέζικου πολιτισμού, οι οποίοι
έχουν θετικό πρόσημο και συμβολισμούς σε αντίθεση με αυτούς των
Ευρωπαίων. Οι δράκοι των ευρωπαϊκών παραδόσεων σχεδόν πάντα φονεύονται
από Θεούς, ημίθεους, ήρωες και ιππότες, μια ενέργεια συνήθως που αποκαθιστά
την κοσμική τάξη.
Έχει υποστηριχθεί επίσης ότι οι δράκοι αποτελούν φαντασιακά απεικάσματα
των δεινοσαύρων και λοιπών εξαφανισθέντων θηλαστικών στην συλλογική
μνήμη των λαών. Ίσως πελώρια απολιθώματα/οστά προϊστορικών πλασμάτων
και απεικονίσεις σπηλαίων να τροφοδότησαν το συλλογικό φαντασιακό για την
δράση υπερφυσικών τεράτων, όπως οι δράκοι. Άλλωστε, μέχρι και πριν από
κάποιες δεκάδες χιλιάδες χρόνια οι άνθρωποι είχαν να αντιμετωπίσουν, όχι
βεβαίως δεινόσαυρους αλλά, άγρια και αιμοβόρα ζώα, με αποτέλεσμα η
επιβίωσή τους να καθίσταται αγώνας σκληρός και αδυσώπητος. Δεν αποτελεί
τυχαίο γεγονός ότι ο δράκος των παραδόσεων διαθέτει μια σύμμειξη
χαρακτηριστικών ζώων: κεφαλή ερπετού (φιδιού ή κροκοδείλου), σώμα
ερπετοειδές, τρίχωμα λέοντος, φτερά σαρκοβόρων πτηνών κτλ.
Στην αρχαία ελληνική η λέξη δράκος απαντά ως «δράκων» (<δέρκομαι =
διακρίνω, βλέπω καθαρά). Η ετυμολογία παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον
διότι παραπέμπει στην εξαιρετική ικανότητα και όραση των δρακόντων οι
οποίοι, κατά την ελληνική παράδοση, φρουρούν έναν πολύτιμο θησαυρό ή μια
πηγή (βλ. Δράκοντα της Κολχίδας, Πύθωνα κ.α.) Στην Ελληνική Μυθολογία οι
δράκοντες, ως επί το πλείστον, ήταν πλάσματα ενάλια, αμφίβια ή της ξηράς.
Πασίγνωστα τέτοια όντα ήταν η Έχιδνα, η Χίμαιρα, η Λερναία Ύδρα, ο Λάδων, ο
δράκων της Κολχίδας, ο Πύθων και ο Τυφών.
Θέση γενάρχου ξακουστών ερπετόμορφων πλασμάτων κατείχε η αθάνατη
Έχιδνα. Ήταν συγκεκριμένα ένας θηλυκός δράκων, καθώς διέθετε κεφαλή και
στήθος γυναίκας, φτερά και ουρά φολιδωτού φιδιού. Ζούσε σε ένα ερεβώδες
σπήλαιο της Κιλικίας, εντός του οποίου παράσερνε τα θύματά της,
καταβροχθίζοντάς τα ζωντανά. Κατά τον Ησίοδο, καταγόταν από τον ενάλιο θεό
Φόρκυ (πατέρα των Γοργόνων και των Γραιών) και την θαλάσσια θεότητα (γριά
εκ γενετής) Κητώ (= κήτος, παμμεγέθης ιχθύς). Ήταν μητέρα του Κέρβερου, του
Όρθρου, του λέοντος της Νεμέας, της Λερναίας Ύδρας και της Σφίγγας στην
Θήβα. Η Έχιδνα ως χθόνια θεότητα ίσως αντιπροσώπευε την σκοτεινή εκδοχή
της γης (έλη, νόσους, σήψη, τενάγη κτλ).

Η Χίμαιρα (στα αριστερά) δέχεται το θανατηφόρο πλήγμα.

Η Χίμαιρα καταγόταν από την Έχιδνα και τον Τυφώνα. Διέθετε την πιο
«εντυπωσιακή» εμφάνιση τέρατος: Είχε σώμα και ουρά ερπετού, κεφαλή λέοντα
και αίγας και διέθετε πύρινη ανάσα. Ιππεύοντας τον φτερωτό Πήγασο ο ήρωας
Βελλεροφόντης εστάλη να εξοντώσει τον θηλυκό αυτόν δράκοντα. Ο ήρωας
σκότωσε την Χίμαιρα βάλλοντας τον φλεγόμενο λαιμό της.
Η Λερναία Ύδρα ήταν τέκνο του Τυφώνα και της Έχιδνας. Ήταν ένα ερπετό
υδρόβιο με εννέα κεφαλές, που ζούσε στα έλη της Λέρνας. Την Λερναία Ύδρα
εξοντώνει ο αρχετυπικός πανελλήνιος υπερήρωας Ηρακλής, στο πλαίσιο των
δώδεκα άθλων με την βοήθεια του βοηθού του Ιολάου. Για κάθε κεφαλή που
απέκοπτε, φύτρωναν άλλες δύο στην θέση της. Ως λύση επελέγη η καυτηρίαση,
ώστε να αποτραπεί αυτή η «αναβίωση». Μαζί με τον υδρόβιο δράκοντα ο Ήρωας
εξόντωσε και έναν καρκίνο, έναν κάβουρα δηλαδή που βοηθούσε την Λερναία
Ύδρα στον αγώνα της. Και τα δύο έγιναν αστερισμοί: Ύδρα και Καρκίνος.

Ηρακλής και Λερναία Ύδρα

Ο Λάδων της Εσπερίας ήταν άλλος ένας διάσημος δράκων της Ελληνικής
Μυθολογίας. Ήταν ένα ερπετό με εκατό κεφαλές. Γονείς του ήταν ο Τυφών και η
Έχιδνα (κατά τον Φερεκύδη). Το κύριο χαρακτηριστικό του ήταν ότι γνώριζε
πολλές γλώσσες. Η Θεά Ήρα του είχε αναθέσει να φυλάττει το δένδρο με τα
«χρυσά μήλα των Εσπερίδων», τα οποία της τα είχε χαρίσει ως γαμήλιο δώρο η
Γαία στον γάμο της με τον Δία. Ο Ηρακλής αφού μέθυσε τον δράκοντα, πάλεψε
και κατάφερε να τον σκοτώσει, στο πλαίσιο των δώδεκα άθλων του. Έτσι
κατέστη ο αστερισμός του Δράκοντα.

Ο Δράκων της Κολχίδας καταβροχθίζει τον Ιάσονα (παρουσία της Αθηνάς) Ερυθρόμορφος κύλιξ(480-470 π.Χ).

Ο Δράκων της Κολχίδας ήταν ένα γιγαντιαίο ερπετό, τέκνο και αυτό του
Τυφώνα και της Έχιδνας. Ήταν ο άγρυπνος φρουρός του σπηλαίου στο ιερό
άλσος του Θεού Άρεως, εντός του οποίου φυλασσόταν το χρυσόμαλλο δέρας. Ο
δράκων εξοντώθηκε από τον Ιάσονα (αφού πρώτα το υπνώτισε η Μήδεια), όταν
αυτός εξεστράτευσε μαζί με τους Αργοναύτες στην Κολχίδα για να αφαιρέσει το
χρυσόμαλλο δέρας από την κατοχή του βασιλέως Αιήτη. Κατά μια άλλη εκδοχή ο
δράκων καταβρόχθισε τον Ιάσονα και στην συνέχεια τον εξέμεσε. Από τους
οδόντες δε του δράκοντος «φύτρωσε» μια πολεμική φυλή.
Ο Πύθων ήταν ένα πελώριο ερπετό που φύλασσε το Ιερό της μητέρας του Γαίας
στους Δελφούς. Ο Απόλλων κατέκτησε το Μαντείο και σκότωσε τον δράκοντα
Πύθωνα με τα βέλη του. Σύμφωνα με την Παράδοση ο Απόλλων εξεδικήθη τον
Πύθωνα εξοντώνοντάς τον, καθώς αυτός κατεδίωκε την μητέρα του Θεού Λητώ
κατά την εγκυμοσύνη της. Από τότε και στο εξής το Μαντείο αφιερώθηκε στον
Απόλλωνα, οι Πρωθιέρειες έλαβαν το προσωνύμιο «Πυθία» και τα πανελλήνια
αθλητικά δρώμενα «Πύθια». Η σύγκρουση του Θεού με τον δράκοντα Πύθωνα
συνιστά τον αρχαιότερο Μύθο δρακοντομαχίας. Ίσως αυτή η μάχη του ολύμπιου
Θεού του Φωτός με τον υιό της Γαίας συμβολίζει την σύγκρουση των ηλιακών
δοξασιών των νεοφερμένων ινδοευρωπαϊκών φύλων με τις προελληνικές
χθόνιες θεότητες.
Ένας άλλος αρχετυπικός δράκων της αρχαίας Ελληνικής Παραδόσεως και
ισχυρότερος απ’ όλους τους άλλους είναι ο Τυφών. Τέκνο της Γαίας,γεννήθηκε μετά την εξόντωση των Γιγάντων. Από την μέση και πάνω είχε
ανθρώπινη εμφάνιση, ενώ από τη μέση και κάτω ερπετοειδή. Από τους
οφθαλμούς του έβγαιναν φλόγες ενώ όλο του το σώμα κάλυπταν φτερά. Η
Γαία, επιθυμώντας να εκδικηθεί για τον αφανισμό των Γιγάντων, έστειλε τον
Τυφώνα να πολεμήσει τους Θεούς. Ο Ζευς αρχικώς κατεβλήθη από την μανία
του, στην συνέχεια όμως ανέκτησε τις δυνάμεις του τον κατεδίωξε με τους
κεραυνούς του και τον εγκλώβισε στα έγκατα της γης για πάντα.

Ο Ζευς εξαπολύει κεραυνό κατά του Τυφώνος. Μελανόμορφη υδρία.

Προηγούμενο άρθροΤο εορταστικό πρόγραμμα του ΑΝΤ1! Και αυτές τις γιορτές είμαστε ένα!
Επόμενο άρθροΣαν Σήμερα Έφυγε Απο Τη Ζωή Ο Πορτογάλος Εξερευνητής Βάσκο Ντα Γκάμα
Columnist @ ARTME MAGAZINE - Ο Γιώργος Σύρος είναι Συγγραφέας, Αρθρογράφος και Ιστορικός.