Μέσα από φωτογραφίες και σκόρπιες αναμνήσεις από γεγονότα, λέξεις και πράγματα, η Ανί Ερνό μας συμπαρασύρει σε μια περιδιάβαση στη ζωή της, από τα πρώτα χρόνια μετά τον Πόλεμο, μέχρι και σήμερα. Βιβλία, τραγούδια, ραδιόφωνο, τηλεόραση, διαφημίσεις και πρωτοσέλιδα δεκαετιών, σε αντίστιξη με προσωπικές συγκρούσεις και σημειώσεις. Τοπική διάλεκτος, λέξεις των καιρών, σλόγκαν, μάρκες και ονόματα για τα αντικείμενα που διαρκώς πληθαίνουν, εδώ αποκτούν φωνή. Η Ernaux κάνει το πέρασμα του χρόνου χειροπιαστό. Ο χρόνος ο ίδιος, ανένδοτος, αφηγείται το πέρασμά του, εξορίζοντας τους άλλους αφηγητές στην ανωνυμία. Ένα νέο είδος αυτοβιογραφίας ξεπροβάλλει, υποκειμενικό κι απρόσωπο, ιδιωτικό και συλλογικό ταυτόχρονα.
Η ασπρόμαυρη φωτογραφία ενός μικρού κοριτσιού με σκουρόχρωμο μπανιερό σε μια παραλία με βότσαλα. Στο βάθος, οι απόκρημνες ακτές. Κάθεται σ’ έναν επίπεδο βράχο, τα σφριγηλά του πόδια είναι τεντωμένα μπροστά, γέρνει πίσω ακουμπώντας στους αγκώνες, έχει τα μάτια κλειστά, το κεφάλι ελαφρώς σκυμμένο, χαμογελάει. Η μια χοντρή καστανή πλεξούδα είναι ριγμένη μπροστά, η άλλη πίσω στην πλάτη. Όλα μαρτυρούν την επιθυμία του κοριτσιού να ποζάρει σαν τις σταρ στο Cinemonde ή τα μοντέλα στη διαφήμιση του αντιηλιακού Ambre Solaire, να ξεφύγει απ’ το ταπεινωτικό και ασήμαντο κοριτσίστικο κορμί του. Οι μηροί, πιο ωχροί, όπως και τα μπράτσα, πάνω ψηλά, δείχνουν το περίγραμμα ενός φουστανιού, μαρτυρώντας έτσι πως, για τούτο το παιδί, οι διακοπές ή ένα απόγεμα στην ακροθαλασσιά είναι η εξαίρεση στον κανόνα. Η παραλία είναι έρημη. Στο πίσω μέρος της φωτογραφίας: Αύγουστος 1949, Σοτβίλ-σιρ-Μερ. (Απόσπασμα από το βιβλίο)