«Η μακροχρόνια έκθεση σε πολλούς ρύπους συνδεόταν με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης κατάθλιψης και άγχους», κατέληξαν οι ερευνητές.
«Γνωρίζοντας ότι τα πρότυπα για την ποιότητα του αέρα σε πολλές χώρες δεν συμβαδίζουν με τις πιο πρόσφατες συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας το 2011, θα πρέπει να εφαρμοστούν πιο αυστηρά πρότυπα ή κανονισμοί για την ατμοσφαιρική ρύπανση», τόνισαν.
Δεύτερη έρευνα, που δημοσιεύθηκε χθες Παρασκευή στην επιστημονική επιθεώρηση JAMA Network Open, επικεντρώνεται στις επιπτώσεις των μικροσωματιδίων (PM2,5), του διοξειδίου του αζώτου (NO2) και του όζοντος (O3) στα άτομα άνω των 64 ετών.
Στόχος ήταν να εξεταστούν οι επιπτώσεις της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στην εμφάνιση κατάθλιψης αργότερα στη ζωή.
Η έρευνα βασίστηκε στη βάση δεδομένων της Medicare, της δημόσιας ασφάλειας υγείας στις ΗΠΑ για τους ηλικιωμένους, και εξέτασε περίπου 8,9 εκατ. ανθρώπους, από τους οποίους περίπου το 1,5 εκατ. έπασχαν από κατάθλιψη.
Τα συμπεράσματά της δείχνουν για μία ακόμη φορά ότι υπάρχει σύνδεση μεταξύ της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και της κατάθλιψης. Το γεγονός αυτό μπορεί να εξηγηθεί από τη σύνδεση που παρατηρείται μεταξύ της μεγάλης συγκέντρωσης ρύπων και της εμφάνισης φλεγμονών στον εγκέφαλο, εξηγούν οι δύο έρευνες.
«Υπάρχει μια σύνδεση μεταξύ των φλεγμονών και της κατάθλιψης», σχολίασε ο Όλιβερ Ρόμπινσον καθηγητής νευροεπιστήμης και ψυχικής υγείας στο University College London, o οποίος δεν συμμετείχε στις έρευνες.
Οι έρευνες αυτές «προστίθενται στα ολοένα και περισσότερα στοιχεία που δείχνουν ότι θα πρέπει να ανησυχούμε για τις επιπτώσεις της ρύπανσης στην ψυχική υγεία, πέρα από την πιο προφανή σύνδεσή της» με αναπνευστικές ασθένειες, πρόσθεσε.