Φέτος είναι μία ιδιαίτερη χρονιά για το Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών Α.Π.Θ. Μετά από τη μεγαλύτερη αναδρομική έκθεση του μεγάλου γλύπτη Γιανούλη Xαλεπά -μία έκθεση που σημείωσε πρωτοφανή επισκεψιμότητα (18.000 επισκέπτες)- και ενώ πλησιάζει μία ξεχωριστή επετειακή έκθεση για την επέτειο της μνήμης του 1922, το Τελλόγλειο κλείνει μία ακόμα δημιουργική δεκαετία στην εικοσάχρονη πορεία του.
Οι δράσεις του αποτυπώνουν την ιδιαίτερη προσωπικότητά του ως ένας πολυσυλλεκτικός πολιτιστικός οργανισμός που επινοεί διαρκώς τρόπους για να καταστήσει τον πολιτισμό οργανικό κομμάτι της ζωής. Αυτές ξεδιπλώνει το επετειακό λεύκωμα Δέκα Χρόνια Τελλόγλειο (2013 – 2022) που παρουσιάστηκε από την εμπνευσμένη διευθύντρια και ψυχή του Τελλογλείου, την Ομότιμη καθηγήτρια στο Αριστοτέλειο, Αλεξάνδρα Γουλάκη-Βουτυρά.
Σε μία περίοδο μεγάλων προκλήσεων για τους πολιτιστικούς οργανισμούς τόσο οικονομικά όσο και σε σχέση με την ταυτότητα και τον ρόλο τους, η ανασκόπηση που προσφέρει το λεύκωμα δεν συμπυκνώνει απλώς το στίγμα του Τελλόγλειου Ιδρύματος αλλά παρουσιάζει εμμέσως και ένα μοντέλο πολιτιστικού οργανισμού που είχε στραφεί στην ιδέα της συμπερίληψης, της συμμετοχής και της ποικιλομορφίας από το ξεκίνημά του και ακόμα πιο έντονα την τελευταία δεκαετία.
Πριν ακόμα έννοιες όπως η συμπερίληψη και η βιωσιμότητα να αναγνωριστούν εκτεταμένα και επίσημα από την κοινότητα των μουσείων, έτσι όπως φάνηκε και από τον νέο ορισμό του μουσείου, όπως διατυπώθηκε στο πρόσφατο ICOM στην Πράγα, οι προσανατολισμοί αυτοί έδιναν στο Τελλόγλειο την ταυτότητά του.
Το Τελλόγλειο δεν είναι βέβαια ένα μουσείο με την τυπική έννοια. Ιδρύθηκε το 1972 από το ζεύγος Νέστορα και Αλίκη Τέλλογλου, οι οποίοι θέλησαν να προσφέρουν στην πόλη τους έναν οργανισμό που θα αποτελούσε ένα «ανοιχτό σχολείο», έναν οργανισμό με μέλημα την εκπαίδευση και την έρευνα, τη διάσωση και τη μελέτη της πολιτιστικής κληρονομιάς. Προς αυτό τον σκοπό, δώρισαν στο ίδρυμα την περιουσία τους και την πλούσια σε εύρος συλλογή τους (κυρίως έργων τέχνης αλλά και χαλιών και αντικειμένων των διακοσμητικών τεχνών) και συνέπραξαν με το Αριστοτέλειο, ώστε να δημιουργηθεί το Τελλόγλειο, το οποίο άνοιξε στο κοινό το 1999, αφού παραχωρήθηκε η έκταση που καλύπτει από τον Δήμο στο Αριστοτέλειο για τις ανάγκες του Τελλογλείου. Αποτελεί έτσι το μόνο μουσείο αυτής της έκτασης που αποτελεί μέρος Πανεπιστημίου (στο Καποδιστριακό ανήκει ένα μικρό ιστορικό μουσείο).
Έκτοτε η διοίκηση απαρτίζεται από καθηγητές του Αριστοτελείου, ο καθένας από άλλο επιστημονικό πεδίο (ακόμα και των θετικών επιστημών), γεγονός ενδεικτικό της «διατομεακότητας», της διεπιστημονικότητας που χαρακτηρίζει το εκθεσιακό και ερευνητικό πρόγραμμα του ιδρύματος.
Πράγματι, ακόμα και με ένα ξεφύλλισμα του επετειακού τόμου, φαίνεται το μεγάλο εύρος θεματικό και χρονολογικό των εκθέσεων που αντλούν από την αρχαιότητα ως σήμερα με το βάρος όμως από τον 19ο αιώνα και μετά. Ταυτόχρονα είναι διακριτή η επανερχόμενη σύνδεση των εικαστικών με άλλες μορφές καλλιτεχνικής έκφρασης όπως με τον λόγο, την ποίηση (εκθέσεις γύρω από τον Ελύτη και τον Σεφέρη), το θέατρο, τη μουσική και την όπερα, τη σκηνογραφία αλλά και την τεχνολογία και τον τρόπο ζωής.