Μία θλιβερή ιστορία κρύβεται πίσω από τη συγγραφή του Πίτερ Παν, του νεαρού αγοριού που δεν ήθελε ποτέ να μεγαλώσει. Λίγοι είναι εκείνοι που γνωρίζουν τα πραγματικά γεγονότα της ζωής του δημιουργού του Τζέιμς Μπάρι πάνω στα οποία βασίστηκε το πασίγνωστο παραμύθι που λάτρεψαν εκατομμύρια παιδιά σε όλο τον κόσμο.
Ήταν το μικρότερο από τα 10 παιδιά της οικογένειας του και το 1886, όταν ήταν 6 ετών, ο 13χρονος αδελφός του σκοτώθηκε σε ένα ατύχημα στον πάγο. Προκειμένου να κάνει τη μητέρα του να νιώσει καλύτερα άρχισε να μιμείται την συμπεριφορά και την ομιλία του Ντέιβιντ.
Όταν έφτασε σε ηλικία 13 ετών, σταμάτησε κυριολεκτικά να μεγαλώνει και να ψηλώνει και η φωνή του έμεινε ψιλή. Αρνιόταν να μεγαλώσει και ψυχολογικά ενώ το αντίθετο φύλο τον τρομοκρατούσε.
Μάλιστα ο μοναδικός του γάμος δεν ολοκληρώθηκε ποτέ σεξουαλικά. Ήταν τότε που γνώρισε τους μικρούς Τζορτζ, Τζον και Πίτερ Ντέιβις και τη μητέρα τους Σύλβια, με τους οποίους ανέπτυξε στενή σχέση. Απολάμβανε να περνάει χρόνο μαζί τους, να παίζει με τα αγόρια της οικογένειας.
Από αυτά εμπνεύστηκε το έργο του, ενώ σιγά σιγά άρχισε να νιώθει πιο κοντά στη μητέρα τους Σύλβια και τελικά νοίκιασε και ένα σπίτι κοντά στο δικό τους στο Λονδίνο για να τους βλέπει πιο συχνά.
Το 1901, ο Μπάρι έγραψε ένα βιβλίο στο οποίο μίλαγε για τις περιπέτειες του και τα παιχνίδια του με τα αγόρια των Ντέιβις με τίτλο «The Boy Castaways of Black Lake Island».
Στη συνέχεια δημοσίευσε μια νουβέλα με αυτές τις περιπέτειες με τίτλο «The Little White Bird». Μία από αυτές τις ιστορίες ήταν ο Πίτερ Παν, ο οποίος μπορεί να πετάει μακριά από τους γονείς του και ζει με νεράιδες.
Όταν επιστρέφει στο σπίτι του, βλέπει μέσα από το παράθυρο ότι η μητέρα του κρατάει ένα νέο μωρό στην αγκαλιά της και τον έχει ξεχάσει και τώρα ο Πίτερ Παν δε μπορεί να επιστρέψει σπίτι του και δε θα μεγαλώσει ποτέ.
Ο Τζακ Ντέιβις έγινε ο Τζον Ντάρλινγκ, οι Μάικλ και Νίκολας συμπτίχθηκαν στον Μαικλ Νίκολας Ντάρλινγκ και ο Πίτερ Ντέιβις έγινε ο Πίτερ Παν.
Η αγαπημένη Γουέντι, αντιπροσώπευε την μικρή Μάργκαρετ Χένλι κόρη μίας φίλης του Μπάρι, η οποία είχε φύγει από τη ζωή σε παιδική ηλικία. Το όνομα της προέκυψε από το πώς αποκαλούσε η μικρή τον Μπάρι, αφού ψεύδιζε λόγω ηλικίας και αντί για «friendy» (φιλαράκο) τον φώναζε «fwendy».
Οσο για τον Κάπτεν Τζέιμς Χουκ, ο οποίος έχει μόνο αριστερό χέρι, αφού το δεξί του το έφαγε ένας κροκόδειλος που έκανε τικ τακ, ήταν ο ίδιος ο συγγραφέας. Ο Μπάρι υπέφερε από τενοντίτιδα και το δεξί του χέρι ήταν σχεδόν παράλυτο. Ο φόβος για τον κροκόδειλο με το ρολόι ήταν ο φόβος ότι «τον κυνηγούσε αδυσώπητα ο χρόνος».
Οταν ο Αρθουρ Ντέιβις, ο πατέρας της οικογένειας πέθανε από καρκίνο, ο συγγραφέας αποφάσισε να παντρευτεί τη Σύλβια, ωστόσο δεν πρόλαβε γιατί λίγο καιρό μετά πέθανε κι εκείνη από καρκίνο.
Ο Μπάρι έμεινε κηδεμόνας των νεαρών αγοριών που πλέον είχαν μεγαλώσει και ήταν από 7 μέχρι 17 ετών.
Ο Τζορτζ ο μεγαλύτερος γιος των Ντέιβις και αγαπημένος του Μπάρι, πέθανε στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο το 1915. Ο Μάικλ πνίγηκε σε μια πισίνα στην Οξφόρδη ενώ μάθαινε κολύμπι και πολλοί έκαναν λόγο για αυτοκτονία, o Τζον παντρεύτηκε και απομακρύνθηκε από τον Μπάρι, ενώ ο Πίτερ αυτοκτόνησε γιατί δεν άντεχε τη δημοσιότητα που είχε πάρει από την ιστορία του Πίτερ Παν.
Ο Τζέιμς Μπάρι πέθανε μόνος και δυστυχισμένος στις 19 Ιουνίου 1937 και λίγο πριν πεθάνει άφησε με διαθήκη του όλα τα έσοδα από τα πνευματικά δικαιώματα του «Πίτερ Παν» στο νοσοκομείο για άρρωστα παιδιά του Λονδίνου Great Ormond Street Hospital.